Σταμάτης Γαργαλιάνος – Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Περίληψη
Στο άρθρο αυτό αναλύονται οι τεχνικές οργάνωσης και παρουσίασης, για ευρύ κοινό, εικαστικών εκθέσεων. Μελετώνται εδώ οι βασικές, αλλά και οι εξειδικευμένες ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να στηθεί μια έκθεση, ξεκινώντας από την σύλληψη μιας ιδέας, αλλά και από την εξέταση και ανάλυση του πρωτογενούς υλικού, δηλαδή των έργων που πρόκειται να εκτεθούν. Στην προσπάθεια αυτή εξετάζουμε γενικά οργανωτικά και οικονομικά θέματα, όπως το κόστος των υλικών, οι αμοιβές τεχνικών και πάσης φύσεως προσωπικού. Μελετώνται, επίσης, διαφημιστικά και προωθητικά ζητήματα, καθώς και οι προσπάθειες προσέλκυσης του κοινού μέσα από τεχνικές Δημοσίων Σχέσεων. Δεν μας ενδιαφέρει, εδώ, η σχέση του θέματος της έκθεσης με το παρουσιαζόμενο θεατρικό έργο, αλλά οι επί μέρους τεχνικές για την ίδια την έκθεση.
Λέξεις – κλειδιά : Εκθέσεις, Εικαστικά, Θέατρο, Οργάνωση, Διαφήμιση, Μάρκετινγκ
Εισαγωγή
Η οργάνωση εκθέσεων επιτρέπει την επίδειξη μιας σειράς εικαστικών έργων με στόχο την «εξ’ επαφής» εμπειρία του ευρύτερου κοινού με αυτά (Pavis, 2006: 132). Ο χώρος εργασίας -ατελιέ του καλλιτέχνη- δεν είναι πάντοτε το καλύτερο περιβάλλον για επιδείξεις προϊόντων στις τακτικές απόπειρες προσωπικής πώλησης. Η δε διαφήμιση -συνήθως απρόσωπη- δεν μπορεί να αντικαθιστά πάντα την ζωντανή εμπειρία του επιτόπιου ελέγχου της αξίας ενός προϊόντος.
Οι εκθέσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους εικαστικούς. Το μεγαλύτερο όφελος των εκθέσεων είναι η ενδεχόμενη εξοικονόμηση χρημάτων έναντι της προσωπικής διαφήμισης και πώλησης. Οι περισσότεροι οργανωτές εκθέσεων υποστηρίζουν ότι το κόστος τους είναι λιγότερο από το ένα τέταρτο των κάθε είδους εξόδων διαφήμισης και προώθησης. Επίσης οι όχι γνωστοί εικαστικοί θεωρούν ότι με τις εκθέσεις εξοικονομούν χρήματα έναντι της διαφήμισης.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι σύγχρονες εκθέσεις έργων Τέχνης έχουν, τα τελευταία 20 χρόνια, την τάση να «φεύγουν» από τους κλασικούς και γνωστούς χώρους και να οργανώνονται σε «τρίτους»: μπαρ, καφετέριες, κινηματογράφους, βιτρίνες καταστημάτων κλπ.)
Καλλιτεχνικό και οργανωτικό παρελθόν
Μέχρι και πριν λίγα χρόνια, σε πολλές περιπτώσεις συνέβαινε ο καλλιτέχνης να ήταν και ο άνθρωπος που οργάνωνε μια έκθεση, αλλά και την προωθούσε (διαφήμιζε). Στην σύγχρονη εποχή, και χάρις στην ίδρυση Πανεπιστημιακών ή Τεχνολογικών Ιδρυμάτων που σχετίζονται με την Οργάνωση της Τέχνης (Μεταπτυχιακό Παντείου, Μεταπτυχιακό Ε.Α.Π., κ.ά.) οι καλλιτέχνες, πλέον, δεν χρειάζεται να ασχολούνται με το στήσιμο των έργων τους, διότι αυτό το αναλαμβάνουν οι απόφοιτοι των προαναφερθέντων Τμημάτων (Γαργαλιάνος, 2013: 12). Εδώ έχουμε την περίπτωση μιας εξειδίκευσης που είναι άκρως χρήσιμη στην σύγχρονη κοινωνία και που απαλλάσσει τους καλλιτέχνες από επίπονες -ίσως και πολύ απαιτητικές και άγνωστες σε αυτούς διαδικασίες- αφήνοντάς τους να αφοσιωθούν στο καλλιτεχνικό τους έργο. Βέβαια, υπάρχει σαφής διάκριση ανάμεσα στον οργανωτή μιας έκθεσης (ειδικός για το στήσιμό της) και στον άνθρωπο που την διαφημίζει και κάνει τις Δημόσιες Σχέσεις. Ο τελευταίος ονομάζεται «μάρκετερ», από την αγγλική λέξη market, που σημαίνει «Αγορά», υπό την ευρεία έννοια, δηλαδή η Αγορά ισοδυναμεί με όλο τον χώρο των επιχειρήσεων, αλλά και του δυνητικού κοινού.
Διάκριση χώρων
Οι χώροι όπου μια έκθεση μπορεί να στηθεί και όσον αφορά το στοιχείο της ιδιοκτησίας, είναι τριών ειδών:
α. Χώροι που ανήκουν σε έναν ιδιώτη, π.χ. γκαλερί
β. Χώροι δημοτικοί, δηλαδή ανήκοντες σε ένα Δήμο
γ. Χώροι κρατικοί, δηλαδή ανήκοντες σε κρατικούς φορείς, όπως ένα Μουσείο, μια Πινακοθήκη.
΄Ενας οργανωτής εκθέσεων οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν του το είδος της έκθεσης που αναλαμβάνει να παρουσιάσει και να επιλέγει τον κατάλληλο, από τις ανωτέρω τρεις κατηγορίες, χώρο. Φυσικά εδώ παίζει ρόλο και το οικονομικό ζήτημα, δηλαδή οι απαιτήσεις των ιδιοκτητών ή διαχειριστών του χώρου, οι οποίες ποικίλουν ανάλογα με το σε ποια από τις ανωτέρω κατηγορίες ανήκουν, αλλά και το πόσο γνωστός είναι ο παρουσιαζόμενος καλλιτέχνης (Montana, Charnov, 2009: 122).
Ετσι, πριν από όλα τα άλλα, πραγματοποιούνται ορισμένες επαφές του καλλιτέχνη ή/και του μάρκετερ με τον ιδιοκτήτη ή υπεύθυνο του χώρου για να συζητηθούν οι τεχνικές ή οικονομικές λεπτομέρειες
Ζήτημα διάρκειας
Ο χρόνος έχει διπλή «διάσταση» στην οργάνωση εκθέσεων: α. ΄Εχουμε τον χρόνο στησίματος και β. τον χρόνο διάρκειας της έκθεσης. Τα δυο αυτά δεδομένα είναι αλληλένδετα, διότι αν ο χρόνος που απαιτείται για να στηθεί μια έκθεση είναι μεγάλος, η ίδια η έκθεση δεν μπορεί, κατά γενικό κανόνα, να είναι μικρής διάρκειας. Αν, τελικά, συμβεί αυτό, θα πρόκειται για μια «απώλεια», διότι τα πιθανά κέρδη δεν θα είναι αρκετά για να καλύψουν το κόστος οργάνωσης, ακριβώς λόγω της ανισομέρειας των δυο διαστάσεων του χρόνου (Pavis, ό.π: 132).
Υπό αυτήν την έννοια είναι καλό, γενικώς, μια έκθεση να μην είναι μικρή σε διάρκεια. Εδώ απαιτείται, από πλευράς μάρκετερ, μια ειδική διάγνωση για την πιθανή επιτυχία της έκθεσης, ο οποίος θα ορίσει το χρονικό διάστημα με γνώμονα το πόσοι φιλότεχνοι επισκέπτες θα θελήσουν, πιθανόν, να την δουν. Τοιουτοτρόπως δεν θα μείνει κανείς φιλότεχνος παραπονεμένος για το ότι δεν πρόλαβε να την επισκεφθεί λόγω μεγάλης προσέλευσης. Μπορεί όμως να συμβεί το αντίθετο: να μην έχει επιτυχία -έστω κι αν χρειάστηκε μεγάλο διάστημα να στηθεί- και να χρειαστεί να διακοπεί πρόωρα. Στην περίπτωση αυτή οι ιδιοκτήτες του χώρου οφείλουν να έχουν προβλέψει την ύπαρξη και διαθεσιμότητα μιας άλλης έκθεσης για να αντικαταστήσουν την πρώτη έγκαιρα.
Χρόνος έναρξης και λήξης
Οι ημερομηνίες αυτές πρέπει να ανακοινώνονται έγκαιρα και να είναι ακριβείς, ήτοι να τηρούνται με σεβασμό προς τους φιλότεχνους. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει με τις ώρες λειτουργίας. Ένα άλλο ζήτημα είναι οι τυχόν αργίες στη διάρκεια της έκθεσης. Όταν όλοι γνωρίζουν πολύ καιρό πριν ότι μια ή περισσότερες μέρες είναι μη εργάσιμες (εθνικές επέτειοι, κ.ά.) είναι καλό να υπάρχει πρόβλεψη στο συνολικό πρόγραμμα και οι μέρες αυτές να ανακοινώνονται έγκαιρα, ακόμη και στο φυλλάδιο που διανέμεται στους επισκέπτες ή που αποστέλλεται στα Μέσα Ενημέρωσης.
Παράλληλα, είναι λογικό να φροντίζουμε να υπάρχει περιθώριο για παράταση λειτουργίας ή και επανάληψη σε άλλες χρονικές περιόδους. Αυτά τα δυο θέματα είναι απόφαση που λαμβάνεται από κοινού με τους τρεις βασικούς συντελεστές μιας έκθεσης: καλλιτέχνη, ιδιοκτήτη χώρου και οργανωτή/μάρκετερ.
Πρώτες κινήσεις και επαφές
Για να στηθεί και παρουσιασθεί μια έκθεση αρχικά μελετούμε υπολογίζουμε το υλικό που θέλουμε να εκθέσουμε: ποσότητα, ποιότητα, ποικιλία. Δευτερευόντως, το υλικό που θα εκτεθεί πρέπει να έχει τα εξής στοιχεία:
α. Να είναι πρωτότυπο (να μην έχει εκτεθεί στο κοντινό παρελθόν)
β. Να μην είναι μεγάλο σε όγκο και ποσότητα
γ. Να μην είναι μικρό σε όγκο και ποσότητα.
Ο μάρκετερ, παράλληλα, έρχεται σε επαφή με τον καλλιτέχνη και συζητά μαζί του όλα τα καλλιτεχνικά και οργανωτικά θέματα. Με τον τρόπο αυτό θέλει να αντιληφθεί τις προθέσεις του, αφού πρώτα τον «καταλάβει» καλλιτεχνικά, δηλαδή το ποιος είναι σαν άνθρωπος και καλλιτέχνης, πού σπούδασε, ποιες οι βασικότερες δημιουργίες του, ποιες άλλες εκθέσεις πραγματοποίησε, αν είχαν αυτές επιτυχία, αλλά και ποιοι είναι οι προσεχείς και απώτεροι στόχοι του (Γαργαλιάνος, ό.π: 45).
Βασικές ενέργειες
Η διαρρύθμιση και κατανομή των χώρων (μια ή περισσότερες διαθέσιμες αίθουσες στην ίδιο εκθεσιακό χώρο) να γίνει κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι άνετη η παραμονή και κυκλοφορία των επισκεπτών εντός αυτής (έκθεση Van Gogh – Θεσσαλονίκη, Νοέμβριος 2018-Φεβρουάριος 2019). Ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δοθεί στους χώρους υγιεινής και φυσικά στον φωτισμό, χρωματισμό, θέρμανση, αερισμό και στη διακόσμηση.
Οι βασικές ενέργειες που πρέπει να γίνουν είναι οι κάτωθι:
– Εξέταση του χώρου, ήτοι: α. πόσα τετραγωνικά διαθέτει, β. πόσα stands υπάρχουν ή πόσα ωφέλιμα τετραγωνικά τοίχων υπάρχουν διαθέσιμα σε αυτόν. γ. Εξετάζουμε πόση επιφάνεια από όλη τον όγκο των χώρων μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε, δ. από πού εισέρχεται το φως ε. εξετάζουμε αν υπάρχουν επιπλέον stands για τυχόν επιπλέον εκθέματα. Εδώ τίθεται το ζήτημα του να διαπιστώνουμε καθημερινά –με επιτόπιους ελέγχους- ποια εκθέματα δεν έχουν ενδιαφέρον και να τα αντικαθιστούμε με άλλα, καλύτερα ή πιο ενδιαφέροντα (Montana, Charnov, ό.π.: 151).
Διαμόρφωση του εσωτερικού των χώρων
Πρέπει να υπάρχουν:
– Ειδικές ευχάριστες οσμές στον χώρο
– Ειδική απαλή μουσική (ή σχετική με το θέμα των έργων)
– Ειδικός απαλός φωτισμός (και δυνατός όπου πρέπει)
– Δωρεάν μεταφορά έργων στην οικία ή το χώρο εργασίας αυτών που αγοράζουν. Η συσκευασία θα πρέπει να εξασφαλίζει την ακεραιότητα των έργων.
– ΄Οχι φώτα με κατεύθυνση στα μάτια των αγοραστών
– ΄Οχι υγρασία
– Αν είναι υπαίθριος, να υπάρχει κάλυψη από πιθανή βροχή για την προστασία των έργων, αλλά και των επισκεπτών.
– Ενδείξεις για τουαλέτες
– Αυτές να είναι καθαρές.
Ειδικές συμφωνίες
Είναι σημαντικό να αναφερθεί εδώ, ότι πρέπει να γίνονται ειδικές συμφωνίες ανάμεσα στον μάρκετερ και τον υπεύθυνο του χώρου, για θέματα όπως:
– Συζήτηση για το ύψος του ενοικίου
– Ποσοστά επί των πιθανών πωλήσεων
– Κλείσιμο αιθουσών
– Συσκευασία των έργων Τέχνης
– Μεταφορά τους εκεί
– Κατασκευή καταλόγου έργων και ορισμός τιμών (Sandhusen, 2010: 44).
Διαφήμιση των θετικών στοιχείων του χώρου στον οποίο εκθέτουμε:
Μέσω των διαθέσιμων ηλεκτρονικών και έντυπων μέσων ενημέρωσης, μπορούμε -και πρέπει- να διαφημίζουμε ότι διαθέτουμε:
– Air-Condition
– Βεστιάριο
– Βιβλιοπωλείο
– Χώρο φύλαξης παιδιών
Όλα τα ανωτέρω προσδίδουν κύρος τόσο στον εκτιθέμενο καλλιτέχνη όσο και στον οργανωτή της έκθεσης.
Είσοδος στους χώρους
Ο μάρκετερ ενός εικαστικού καλλιτέχνη οφείλει να προβαίνει σε επιμέρους βελτιώσεις εισόδων (πρόσβαση πελατών).
Για να βοηθήσει, λοιπόν, ένα πιθανό επισκέπτη-αγοραστή να εισέλθει πιο άνετα στον εκθεσιακό χώρο, θα πρέπει:
- Να υπάρχει φωτεινή ένδειξη στους γύρω δρόμους για το που ακριβώς βρίσκεται ο χώρος
- Αυτές οι ενδείξεις να είναι όσο το δυνατόν περισσότερες στη γύρω περιοχή
- Να λειτουργεί σίγουρα μια τηλεφωνική γραμμή κατά την ώρα της λειτουργίας, για κάθε είδους πληροφορίες
- Αν ο χώρος είναι υπόγειος, θα πρέπει να έχουμε τοποθετήσει μπάρες-χειρολαβές δίπλα από τις σκάλες
- Οι σκάλες να μη γλιστρούν
- Να υπάρχουν φωτεινές ενδείξεις στις σκάλες (μικρά λαμπάκια)
- Φυσικά να υπάρχουν ενδείξεις εξόδου
- Να φροντίσουμε ακόμη και για ειδικά μηχανήματα ανάβασης-κατάβασης για ΑμΕΑ
Τα εγκαίνια εκθέσεων και οι opinion leaders
Είναι πολύ σημαντικό να οργανώνονται εγκαίνια με ιδιαίτερη λαμπρότητα και πλήθος κοινού, καλεσμένου με ειδικούς τρόπους (προσκλήσεις, τηλεφωνήματα κλπ.) και με προσπάθεια να έρθουν όχι μόνο δημοσιογράφοι αλλά και οι λεγόμενοι opinion leaders, δηλαδή αυτοί που είναι σε θέση να ενημερώνουν (βλ. παροτρύνουν) πολλούς άλλους πιθανούς δυνητικούς επισκέπτες, σχετικά με την ύπαρξη, αλλά και την ποιότητα της έκθεσης (Γαργαλιάνος, 2013: 98).
Τα εγκαίνια μπορούν και πρέπει να είναι κάτι το ξεχωριστό, ικανό να προσελκύει ακόμη και περαστικούς με τα όσα αυτοί βλέπουν, ακόμη και από απόσταση μέχρι και 100 μέτρων: φώτα, μουσική, πολλά χρώματα κλπ. Το δε εσωτερικό των γκαλερί πρέπει, εκείνη την ημέρα, να είναι εξόχως λαμπερό, με ειδικούς φωτισμούς, μεγάλη καθαριότητα, και, φυσικά φορέματα ή κοστούμια των οργανωτών φτιαγμένα ειδικά για την περίσταση.
Δικαίωμα εισόδου
Σε περιπτώσεις όπου οι χώροι είναι ιδιωτικοί ή δημοτικοί, δεν τίθεται θέμα θέσπισης εισιτηρίου εισόδου. Αυτό σίγουρα θα συμβαίνει σε Κρατικά Μουσεία ή Πινακοθήκες, ειδικά μάλιστα όταν τα εκθέματα έχουν ένα κόστος μεταφοράς, αλλά και τοποθέτησης στον χώρο. Εδώ υπάρχει και η διαφοροποίηση ανάμεσα στις προθέσεις του καλλιτέχνη και σε εκείνες των ιδιοκτητών ή οργανωτών. Αν ο καλλιτέχνης είναι παγκοσμίως γνωστός και καταξιωμένος, σαφώς και πρέπει να τεθεί ένα δικαίωμα εισόδου. Αντιθέτως, όταν οι καλλιτέχνες είναι άγνωστοι τότε η είσοδος πρέπει, αναγκαστικά, να είναι ελεύθερη.
Σε ένα τραπέζι, ακριβώς στην είσοδο, μπορούμε να βάλουμε ένα ειδικά διαμορφωμένο έντυπο σε μέγεθος Α4 στο οποίο θα αναφέρονται τα βασικά στοιχεία της έκθεσης (όνομα καλλιτέχνη, εκθέματα, τίτλοι, ονόματα, ίσως αξία του κάθε εκθέματος, τηλέφωνα κλπ.). Αν δεν υπάρχουν τιμές στο έντυπο αυτό, αυτό ίσως να σημαίνει ότι τα εκθέματα δεν πωλούνται, ή ότι ο μάρκετερ θέλει να συνομιλεί με κάθε ενδιαφερόμενο αγοραστή για να ορίζονται καλύτερες τιμές και για τις δυο πλευρές.
Ο φωτισμός
Η κατάλληλη διακόσμηση, θερμοκρασία, φωτισμός κλπ., αποβλέπουν εκτός των άλλων στη δημιουργία ευχάριστης ψυχικής διάθεσης μεταξύ των επισκεπτών. Ο φωτισμός είναι ένα από τα περισσότερο ευαίσθητα σημεία στη λειτουργία μιας έκθεσης. Μελέτες που έχουν γίνει έχουν αποδείξει ότι 9 στους 10 εργαζόμενους δουλεύουν με ανεπαρκή φωτισμό.
Είναι ευνόητο ότι η φυσική πηγή φωτισμού δημιουργεί ευνοϊκή ψυχολογική διάθεση στους επισκέπτες, αφού ίσως αναλώνουν αρκετή ώρα μέσα σε μια έκθεση. Το μειονέκτημα της φυσικής πηγής φωτισμού είναι ότι διαφέρει από χώρο σε χώρο και ακόμη από ώρα σε ώρα.
Όσον αφορά τους υπόλοιπους χώρους, όπως αίθουσα αναμονής, διαδρόμους κλπ., ας μην ξεχνάμε ότι ο φωτισμός αποτελεί ταυτόχρονα και διακοσμητικό στοιχείο. Δεν πρέπει λοιπόν να είναι έντονος και κουραστικός. Καλό είναι να προτιμηθούν απαλοί και πλάγιοι φωτισμοί.
Στον φωτισμό υπάρχει η διαφοροποίηση του χώρου: κλειστός ή ανοικτός (άρα φυσικά φωτιζόμενος). Αν τα εκθέματα τοποθετούνται σε κλειστό χώρο φροντίζουμε να φωτίζονται κατάλληλα με ειδικό φωτισμό. Αν η έκθεση πραγματοποιείται σε χώρους που το φως του ήλιου εισέρχεται χωρίς εμπόδια (βλ. Μουσείο Ακρόπολης στην Αθήνα), τότε δεν χρειάζεται καμία αντίστοιχη επέμβαση. Εδώ, βέβαια, θα πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για συμπληρωματικό τεχνητό φωτισμό σε περιπτώσεις ημερών που ο ήλιος δεν είναι δυνατός.
Τα χρώματα
Τα χρώματα που διακοσμούν έναν εκθεσιακό χώρο, εκτός από την καλαισθητική τους πλευρά, ασκούν άμεση ψυχολογική επίδραση στους επισκέπτες. Τα βασικά χρώματα (κόκκινο, κίτρινο, μπλε) συνδυάζονται και δημιουργούν άλλα χρώματα, που ενδείκνυνται για το χρωματισμό εκθεσιακών χώρων.
Η θέση, οι διαστάσεις και το είδος των εκθεμάτων που παρουσιάζονται σε ένα χώρο είναι τα στοιχεία που πρέπει να προσδιορίζουν και το είδος του χρωματισμού, που ταιριάζει περισσότερο σε αυτόν. ΄Ετσι π.χ. το κίτρινο χρώμα χρησιμοποιείται περισσότερο για σκοτεινούς χώρους, ενώ οι ανοιχτές αποχρώσεις του πράσινου είναι περισσότερο ευχάριστες.
Θόρυβοι-μουσική
Οι θόρυβοι στους χώρους εκθέσεων επηρεάζουν δυσμενώς τους επισκέπτες. Δημιουργούν νευρικότητα και γενικά εξασθένιση (Sandhusen, ό.π: 98). Ακόμη δημιουργούν και προβλήματα στην επικοινωνία. Οι θόρυβοι είτε είναι εσωτερικοί (τηλέφωνα, συνομιλίες επισκεπτών κλπ.) είτε είναι εξωτερικοί (κίνηση οχημάτων κλπ.). Η εργασία σε ένα χώρο θορυβώδη είναι φυσικό να δημιουργεί επιπλέον θορύβους, εφόσον κάθε προφορική επικοινωνία απαιτεί να γίνεται σε έναν Α τόνο και οι υπόλοιποι επισκέπτες αναγκάζονται να μιλούν σε έναν τόνο Α + Α. Σε αυτό αποβλέπει και η χρήση, πολλές φορές στους χώρους εκθέσεων, μουσικής. Εννοείται βέβαια ότι στην περίπτωση αυτή η μουσική πρέπει να είναι σε χαμηλό τόνο και ειδικών συνθετών π.χ. Μ. Χατζηδάκι, Γ. Σπανού, Μ. Πλέσσα κ.ά.
Τεχνικές στησίματος
Αν εκθέτουμε φωτογραφίες, καλό είναι αυτές να μην τίθενται στα stands ή τους τοίχους απευθείας, αλλά να επικολλούνται σε κάδρα ή και μεγάλα έγχρωμα χαρτόνια, ώστε να έχουν ένα χρωματιστό πλαίσιο που να τονίζει την αξία τους αλλά και να προσελκύει το ενδιαφέρον των επισκεπτών.
Αν μια έκθεση έχει ιστορική διάσταση, είναι καλό οι φωτογραφίες να τίθενται σε χρονολογική σειρά. Μάλιστα κάθε περίοδος να έχει τα δικά της stands και ίσως το δικό της χρώμα. ΄Ετσι στην άκρη αριστερά τίθεται πρώτο το αρχικό stand με τον τίτλο της έκθεσης και δεξιά στο τέλος το τελικό, με την σημερινή εποχή.
Τα τυχόν κείμενα των φωτογραφιών (λεζάντες) καλό είναι να τοποθετούνται στο μέσο ύψος του ανθρώπινου ματιού, ώστε να μην ταλαιπωρούνται επισκέπτες με μέτριο ύψος σώματος ή δυσκολίες στην ανάγνωση.
Αν οι φωτογραφίες ή οι αφίσες που θέλουμε να εκθέσουμε είναι μικρές οφείλουμε να τις μεγενθύνουμε, ή, τουλάχιστον, να τις τοποθετούμε σε ένα ικανοποιητικό ύψος σε σχέση με το ύψος των οφθαλμών ενός μέσου ανθρώπου.
Ειδικά υλικά στησίματος
Για να στηθεί μια έκθεση πρέπει να διαθέτουμε ορισμένα βασικά υλικά, χωρίς τα οποία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί το στήσιμο της έκθεσης. Αυτά είναι: Φαρδύ διαφανές ζελοτέιπ – κόλλα (υγρή ή σε στικ) – ψαλίδι – μεζούρα – μια σκάλα ύψους 1,5 έως 2 μέτρων.
Βιβλίο εντυπώσεων
Στο τέλος του διαδρόμου ή σε ένα ορατό σημείο κοντά στην έξοδο της έκθεσης τοποθετούμε ένα τραπέζι και επάνω του βάζουμε ένα βιβλίο εντυπώσεων με στυλό.
Το βιβλίο εκθεμάτων και κυρίως όσα γράφονται επ’ αυτού μας βοηθούν στο να γινόμαστε καλύτεροι σε πιθανές μελλοντικές εκθέσεις των ιδίων ή άλλων εκθεμάτων. Οι καλές εντυπώσεις του κοινού μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως διαφημιστικά μέσα για την προσέλκυση δυνητικού μελλοντικού κοινού.
Φωτογράφηση
Με αυτήν καταφέρνουμε να έχουμε αρχειακό υλικό, αλλά και να διαφημίζουμε την έκθεση στα ΜΜΕ και το Διαδίκτυο.
Η φωτογράφηση έχει 2 στάδια:
α. Λαμβάνουμε φωτογραφίες όταν τα stands ή οι τοίχοι είναι άδειοι, δηλαδή πριν στηθεί η έκθεση.
β. Φωτογραφίζουμε τον ίδιο χώρο όταν η έκθεση τελειώνει.
Η διαφοροποίηση του α και του β εδώ σημαίνει ότι μπορούμε να αποδείξουμε το μέγεθος της εργασίας που καταβάλαμε.
Αποκαθήλωση – αποθήκευση
Όταν η έκθεση τελειώνει, οφείλουμε να φροντίζουμε για τα κάτωθι: Προσέχουμε να κατεβάζουμε από τα stands ή τον τοίχο τα εκθέματα με την σκέψη ότι ίσως να επανεκτεθούν. ΄Ετσι το μυαλό μας είναι στραμμένο στα εξής:
– Αν έχουμε κολλήσει με φαρδύ ζελοτειπ τα χαρτόνια, αυτά να βγαίνουν με ήπιο τρόπο ώστε να μην σχισθούν τα εκθέματα.
– Όταν κατεβαίνουν, τα βάζουμε σε μεγάλες κούτες ή σακούλες με την ίδια σειρά που τοποθετήθηκαν ώστε να επανεκτεθούν με ταχύτητα και εύκολα. Επ’αυτών γράφουμε το θέμα της ομάδας των φωτογραφιών ή -γενικότερα- εικόνων που υπάρχει σε αυτές.
– Αυτές οι κούτες πρέπει να αποθηκεύονται με προσοχή και σε μέρη χωρίς υγρασία ή κίνδυνο πυρκαγιάς.
Συζήτηση-Συμπεράσματα
Μια έκθεση έργων Τέχνης είναι μια διαδικασία αρκετά επίπονη, αλλά και ενδιαφέρουσα, τόσο από καλλιτεχνικής, όσο και από οικονομικής και κοινωνικής άποψης. Δημιουργεί και προκαλεί το ενδιαφέρον των φιλότεχνων, ενώ προσδίδει μια δυναμική διάσταση σε ένα θεατρικό εγχείρημα. Συμπληρώνει κατάλληλα μια παράσταση εντός ενός Σχολείου, αρκεί να στήνεται από τους κατάλληλους ειδικούς και όσους έχουν μια πραγματική αγάπη, αλλά και γνώση επί του θέματος. Αυτοί μπορεί να είναι οι ίδιοι οι συντελεστές μιας θεατρικής παράστασης, καλύτερα, όμως, να ανατίθεται σε ειδικούς.
Στο άρθρο αυτό επιχειρήσαμε να αναλύσουμε την πολλαπλή διάσταση των εικαστικών εκθέσεων σε σχέση με την Τέχνη του Θεάτρου, ώστε να καταδείξουμε ότι αυτές οι δυο Τέχνες είναι δυνατόν να «συνεργάζονται» τόσο επί σκηνής όσο και εκτός αυτής.
Μελετήσαμε τις βασικές, αλλά και εξειδικευμένες ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να στηθεί μια έκθεση, ξεκινώντας από την σύλληψη μιας ιδέας, καθώς και την εξέταση και ανάλυση του πρωτογενούς υλικού, δηλαδή των έργων που πρόκειται να εκτεθούν. Στην προσπάθεια αυτή εξετάσαμε γενικά οργανωτικά και οικονομικά θέματα, όπως το κόστος των υλικών, οι αμοιβές τεχνικών και πάσης φύσεως προσωπικού. Αναλύσαμε, επίσης, διαφημιστικά και προωθητικά ζητήματα, καθώς και τις προσπάθειες προσέλκυσης του κοινού μέσα από τεχνικές Δημοσίων Σχέσεων.
Θεωρούμε ότι, μετά από μια θεωρητική αλλά και πρακτική προσέγγιση καταδείξαμε την αναγκαιότητα εκπαίδευσης ειδικών στελεχών στο ζήτημα της οργάνωσης Εκθέσεων, διότι πρόκειται για ένα πέραν του δέοντος αναγκαίο επάγγελμα για την κοινωνία του μέλλοντος.
Βιβλιογραφία
Α. Ελληνική
Α. 1. – Ιδιωτικές-Εμπορικές Εκδόσεις
Armstrong, G., Kotler, P. (2009). Εισαγωγή στο Μάρκετινγκ. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο
Ανδρεάδης, Γ. (1987). Ο Πολιτιστικός Ιμπεριαλισμός. Αθήνα: Ηρόδοτος.
Βερνίκος, Ν et ali. (επιμ.) (2005). Πολιτιστικές Βιομηχανίες, Διαδικασίες, Υπηρεσίες, Αγαθά. Αθήνα: Κριτική
Γαλάνης, Β.(2006). Βασικό Μάρκετιγκ–΄Ερευνα Αγοράς & Ανάπτυξη Πωλήσεων. Αθήνα: Αθ. Σταμούλης.
Γαργαλιάνος, Σ. (2010). Οργάνωση Θεατρικών Εκδηλώσεων – Η συμβολή των Τεχνών του Κινηματογράφου, της Μουσικής, των Εικαστικών και του Χορού. Θεσσαλονίκη: ΄Αλφα-Σίγμα.
Γαργαλιάνος, Σ. (2013). Μάρκετινγκ Εικαστικών Τεχνών. Θεσσαλονίκη: Ρώμη.
Γκαντζιάς, Κ. Γ. (2007). Ο πολιτισμός στην Ψηφιο- Επικοινωνιακή Παγκοσμιοποίηση. Θεσσαλονίκη: Ιδιωτική έκδοση.
Γκαντζιάς, Κ. Γ., Καμάρας, Δ. (2007). Ψηφιακή Επικοινωνία, Νέα Μέσα, Κοινωνία των Πληροφοριών. Αθήνα: Ιδιωτική έκδοση.
Κέφης, Β. (2005). Ολοκληρωμένο Μάνατζμεντ: Βασικές αρχές για σύγχρονες οικονομικές μονάδες. Αθήνα: Κριτική.
Κόνσολα, Ν. (1990). Πολιτιστική Δραστηριότητα και Κρατική Πολιτική στην Ελλάδα – Η περιφερειακή διάσταση. Αθήνα: Παπαζήσης.
Kotler, P. (2000), Μάρκετινγκ- Μάνατζμεντ. Αθήνα: EMI Interbooks.
Κουτσουλέλου-Μίχου, Σ. (2004). Η γλώσσα της Διαφήμισης. Αθήνα: Gutenberg.
Μαλλέρου, Ν. (2006). Ανταγωνιστές, συνεργαστείτε! – Στρατηγικές Διοίκησης και Μάρκετινγκ. Αθήνα: Σιδέρης.
Μάντζαρης, Γ. (2004). Δυναμικό Marketing Αγαθών και Υπηρεσιών. Αθήνα: Β. Γκιούρδας.
Montana, P., Charnov, B. (2009). Μάνατζμεντ. Αθήνα: Κλειδάριθμος.
Νεγροπόντης, Ν. (2001). Ψηφιακός Κόσμος. Αθήνα: Καστανιώτης.
Ξύγγη, Μ. (2000). Δημόσιες Σχέσεις: Προγραμματισμός και σωστή επικοινωνία με το κοινό σας. Αθήνα: Προπομπός.
Οικονόμου, Μ. (2003). Μουσείο: Αποθήκη ή ζωντανός οργανισμός; Μουσειολογικοί προβληματισμοί και ζητήματα. Αθήνα: Κριτική.
Ο.Μ.Ε.ΠΟ. (1993). Γενικές Αρχές για την Καλή Εφαρμογή της Χορηγίας των Τεχνών στην Ευρώπη. Αθήνα: ΟΜΕΠΟ/CEREC.
Pavis, P. (2006). Λεξικό του θεάτρου. Αθήνα: Gutenberg.
Πανυγηράκης, Γ., Σιώμκος, Γ. (2005). Μελέτες Περιπτώσεων Μάρκετινγκ. Τόμος Α. Αθήνα: Σταμούλης.
Παπαλεξανδρή, Ν., Μπουραντάς, Δ. (1998). Εισαγωγή στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Αθήνα: Ε. Μπένος.
Παπαλεξανδρή, Ν. και Μπουραντάς, Δ. (2003). Διοίκηση Ανθρώπινων Πόρων. Αθήνα: Γ. Μπένος.
Πετρώφ, Γ., Τζωρτζάκης, Κ., Τζωρτζάκη, Α. (2001). Μάρκετινγκ Μάνατζμεντ- Η ελληνική προσέγγιση. Αθήνα: Rosili.
Sandhusen, R., (2010). Μάρκετινγκ. Αθήνα: Κλειδάριθμος.
Σαρμανιώτης, Χ. (2005). Μάνατζμεντ. Αθήνα: Β. Γκιούρδας Εκδοτική.
Σαρμανιώτης, Χ. (2000). Μάνατζμεντ–Η Διοικητική διαδικασία στην Επιχείρηση. Θεσσαλονίκη: ΄Ομηρος.
Σκαλτσά, Μ. (1991). Χορηγία και Ανταλλάγματα. στο βιβλίο «Για τη Μουσειολογία και τον Πολιτισμό». Θεσσαλονίκη: Εντευκτήριο.
Σκαλτσά, Μ. (1992). Η Χορηγία των Τεχνών: Μουσεία, Πινακοθήκες, Πολιτιστικά Ιδρύματα στη Μ. Βρετανία και στην Ελλάδα. Αθήνα: ΄Ομιλος Ενίσχυσης Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων.
Σκαλτσά, Μ. (1995). Οι Πελάτες των Μουσείων: Τακτικές για την Προσέλκυσή τους. Στο βιβλίο «Για τη Μουσειολογία και τον Πολιτισμό». Θεσσαλονίκη: Εντευκτήριο.
Smith, P. (2006). Πολιτισμική Θεωρία. Μια Εισαγωγή. Αθήνα: Κριτική
Σταθακόπουλος, Β. (2005). Μέθοδοι Έρευνας Αγοράς. Αθήνα: Σταμούλης.
Τζωρτζάκης, Κ., Τζωρτζάκη, Α. (2002). Αρχές Μάρκετινγκ. Αθήνα: Rosili.
Α. 2. – ΄Αρθρα σε περιοδικά, επετηρίδες, συλλογικούς τόμους
Κουρή, Μ. (2005). Ανάπτυξη κοινού: Μια νέα πρακτική για τους πολιτιστικούς οργανισμούς. στο: Αντίφωνον, τεύχος 12, Αθήνα.
Μπουνιά, Α. (2005). Τα μουσεία ως πολιτιστικές βιομηχανίες: Θέματα και προβληματισμοί- μια προκαταρκτική συζήτηση. στο: Πολιτιστικές Βιομηχανίες: Διαδικασίες, υπηρεσίες, αγαθά (41-45). Αθήνα: Κριτική.
Α. 3. – Πρακτικά συνεδρίων-ημερίδων-συμποσίων
Γκαντζιάς, Κ. Γ. (2007). Ο Πολιτισμός στην Ψηφιο- Επικοινωνιακή Παγκοσμιοποίηση, Πολιτιστικές Δραστηριότητες. Γενικό (Δημόσιο) Συμφέρον και Νέες Τεχνολογίες. 13ο Συνέδριο Εφαρμογών Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Θεσσαλονίκη.
ΟΜ.Ε.ΠΟ. (1990). Ο Σύγχρονος Χορηγός και οι Τέχνες: Συμπόσιο για τις Επιχειρήσεις, τις Τέχνες και το Κοινωνικό Σύνολο. Πρακτικά Συνεδρίου. Αθήνα: ΟΜΕΠΟ.
Υπουργείο Πολιτισμού. (1997). Πολιτιστικό Δίκτυο Πόλεων. Πρακτικά Ημερίδας στο Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης. 2/2/97.
Α. 4. – ΄Αρθρα σε εφημερίδες
Αδαμοπούλου, Μ. (17-18/11/2012). Πινελιές απόγνωσης. Η αγορά Τέχνης στην Ελλάδα της κρίσης. εφημ. Τα Νέα. σ. 2-3 (Συν).
Λυμπεροπούλου, Κ. (18/11/2012). Ο Γύζης των συλλεκτών. εφημ. Το Βήμα. σ. 8
Νανόγλου, Σ. (6/2/2000). Ο Πολιτισμός ως εμπόρευμα. εφημ. Το Βήμα.
Β. – Ξενόγλωσση
(Βιβλία, άρθρα και άλλες εκδόσεις που είναι γραμμένες ή μεταφρασμένες σε διάφορες γλώσσες, πλην της ελληνικής)
Β. 1. – Ιδιωτικές-εμπορικές εκδόσεις
Archambault, E., Greffe, X. (1992). Les Economies Non-Officielles. Παρίσι: La Decouverte.
Association pour l’Aide a la Gestion des Entreprises Culturelles (A.G.E.C.). (1982). Le financement des entreprises culturelles – Les relations avec les organismes bancaires. Paris: A.G.E.C.
Birn, J.R. (2004). The International Handbook of Market Research Techniques. 2nd ed. London: Κogan Page Limited.
Baumol, W., Bowen W. (1996). Performing Arts: The Economic Dilemma – A study common to theater, opera, music and dance. New York: The Twentieth Century Fund.
Benhamou-Ηuet, J. (2001). Art Business–Le marché de l’art ou l’art du marché. Paris: Assouline.
Dickman, S. (2000). What’s my plan? – A Guide to Developing Arts Marketing Plans. Sydney: Australia Council.
Hiam, Al. & Rastelli, G.L. (2007). Marketing, Hoboken NJ: John Wiley.
Hill, L. et al. (2004). Creative arts marketing (2nd ed.). Oxford: Elsevier Butterworth-Heinemann.
Hoegh-Guldberg, H. (2000). The Arts Economy 1968-98–Three Decades of Growth in Australia. Sydney: Australia Council.
Kotler, P. (2003). Marketing Management. 11nd edition. New Jersey: Prentice Hall.
Zeithaml, V., Bitner, M. (2000). Services marketing: integrating customer focus across the firm. New York: McGraw- Hill.
B. 2. – ΄Aρθρα σε περιοδικά, επετηρίδες, συλλογικούς τόμους.
Boorsma, M. (2006). A strategic logic for arts marketing: integrating customer value and artistic objectives. in: International Journal of Cultural Policy. vol.12. no.1, pp.73-92.
Colbert, F., Evrard, Y. (2000). Arts Management: A New Discipline Entering the Millennium? in: International Journal of Arts Management. Vol. 2, No 2, pp. 4-13.
Elm, D., Taylor S. (2010). Representing wholeness: Learning via theatrical productions. in: Journal of Management Inquiry. No 19: 127.
Fillis, I. (2002). Creative Marketing and the Art Organisation: What Can the Artist Offer? in: International Journal of Non-profit and Voluntary Sector Marketing. Vol. 7. No 2. pp. 131-145.
Gallagher, K., Weinberg, Ch. (1991). Coping with Success, New challenges for Marketing in Nonprofit Organizations.in:Sloan Management Review. 33 (1). pp. 27-42.
Kawashima, N. (2000). A Review of Museum Marketing Literature and Research. in: Museum Management and Curatorship. Vol. 18, Is. 3. pp. 271-287.
Leverick, F. & Littler, D. & Wilson, D. & Bruce, M. (1997). The Role of IT in the reshaping of marketing. in: Journal of Marketing Practice: Applied Marketing Science. vol.3, No.2.
Mccart, M. (1990). Arts Marketing: the next twenty years. in: International Arts Manager. March. pp. 20-29.
Mecenat et Communication. (1990). Dossier: Des americains à Paris, danse, musique, opéra, peinture, cinéma, de nombreux événements sont “made in U.S.A.”. in: Mecenat et Communication. October-November.
Tobelem, J.M. (1998). The Marketing Approach in Museums. in: Museum Management and curatorship. vol. 16, issue 4. pp. 337-354.
Varey, R.J. (1995). Internal marketing: a review and some interdisciplinary research challenge. in: Journal of Service Industry Management, vol.3, No. 2.
Zeithaml, V., Parasuraman, A., Berry, L. (1985). Problems and strategies in services marketing. in: Journal of Marketing: 49. pp. 33-46.
Β. 3. – Πανεπιστημιακές εργασίες-εκδόσεις.
Gargalianos, S. (1994). Gestion d’Institutions Culturelles – L’application de la Loi de Baumol dans le cas du théâtre grec subventionné. Διδακτορική Διατριβή στο Πανεπιστήμιο PARIS-IX–Dauphine.
Β. 4. – Πρακτικά Συνεδρίων-Ημερίδων-Συμποσίων.
Comite Economique et Social de Picardie. (1989). Formation et mobilite des administrateurs culturels dans la perspective de 1993 et dans le cadre de la relance de l’action culturelle dans la Communauté Européenne. Ευρωπαϊκό Συνέδριο του Chantilly. 22 avril 1989. Picardie: Le Comite Economique et Social de Picardie.
Dupuis, X., Greffe, X. (1984). Subsidies to cultural employment: the french experiment. Πρακτικά του συνεδρίου του AKRON. April. pp. 1-13.
Dupuis, X. (edité par) (1990). Economie et Culture: De l’ère de la subvention au nouveau liberalisme. 4η Διεθνής Σύνοδος της Οικονομίας της Κουλτούρας – Τόμος IV. Paris: La Documentation Francaise. 380 p.
Grönroos, C. (1981). Internal market- theory and practice. Proceedings of the American Marketing Association Service Marketing Conference
Γ. Πηγές από το Διαδίκτυο
– Βρετανικό Ινστιτούτο Μάρκετινγκ: http://www.cim.co.uk/resources/glossary/home.aspx
– Γούναρης, Σ. (2009). Εσωτερικό Μάρκετινγκ & Ικανοποίηση του Πελάτη, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα: http://209.85.135.132/search?q=cache:FBfdK8HskJwJ:www.managementtips.gr/blog/%3FpB9&cd=3&hl=el&ct=clnk&gl=gr
– Οικονόμου, Μ. (2004). Νέες Τεχνολογίες και Μουσεία: εργαλείο, τροχοπέδη ή συρμός; Museology – International Scientific Electronic Journal, Issue 1, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα:
http://www.aegean.gr/culturaltec/museology/contents.htm
Δ. Τηλεοπτικές εκπομπές
– «Η Εποχή των Εικόνων», ΕΤ1, 2007-2013
– «Πρόσωπα», ντοκιμαντέρ σε σκηνοθεσία Μενέλαου Καραμαγκιώλη, Τρίτη 5-2-2013, ΝΕΤ